Δευτέρα, Ιουνίου 23, 2008

Τι γεύση έχεις καρδιά μου;


Ξύπνησα με την μυρωδιά του φαγητού κάτω από την μύτη μου. Ο Χρήστος είχε παραγγείλει.

- - Δεν πιστεύω να περίμενες να μαγειρέψω, ανάπηρος άνθρωπος.

- - Όχι γλυκέ μου, του απάντησα και πήρα το πιάτο μου στο κρεβάτι. Τι θα κάνουμε απόψε;

- Το μάτι σου γυαλίζει, με φοβίζεις, απάντησε χαμογελώντας.

- Φέρε μου το τηλέφωνο.

- Τι θα παραγγείλεις; Άντρα; Ταλέντο;

- Κάτι καλύτερο. Περίμενε και μην τσιμπάς από το πιάτο μου! Έχεις το δικό σου.

Σχημάτισα τον αριθμό της Σπυριδούλας.

- Έλα, Σπίρι. Τι κάνεις; Πάλι με την ποντικομαμή είσαι; Παρά τα την και έλα σπίτι μου. Απόψε θα ξεπορτίσεις… Φέρε και τη στολή της νοσοκόμας. Θα μας χρειαστεί.

Έκλεισα το τηλέφωνο.

- Αγάπη, πρέπει να βρεις πρόβλημα επειγόντως. Η Σπίρι έρχεται εδώ.

- Εκτός από το χέρι τι άλλο θέλεις; Να μου σπάσεις και κανένα πόδι μήπως;

- Ψυχολογικό, υπαρξιακό, ότι σε εκφράζει καλύτερα.

- Οικονομικό παίζει;

- Χρήστο, συγκεντρώσου!

- Θα πέθαινα και τι θα άφηνα, πες μου, ως παρακαταθήκη στις επόμενες γενιές; Ούτε το τι να γράψεις στον τάφο μου, δεν θα ήξερες.

- Πες μου τι θες και αυτό κανονίζεται.

- Ο Τζάμπας πέθανε!

- Οκ. Να κλείσω και κανένα μπαλετάκι από τώρα ή να περιμένω;

- Περίμενε, χτυπά το τηλέφωνό μου. Οι θαυμάστριες αδημονούν…

Ναι, ποιος είναι; Γεια σου Μαρία. Τον βρήκες τελικά τον

Αιμίλιο ή να στείλω mail στην Νικολούλη; Προλαβαίνω να βάψω ρίζα για την απευθείας σύνδεση;… Α, τον βρήκες τον Αιμίλιο. Και τώρα τι θέλεις από τη ζωή μου καλή μου αφού δεν ξέρεις ότι δεν μπορώ να σου δοθώ;… Θες να με δεις; Τώρα;… Δεν είμαι στο σπίτι μου… Στης Άννας, μου χρωστάει μερικά αποκλειστικά… Έχεις και τον Αιμίλιο μαζί σου ε;

Με κοιτούσε με απόγνωση. Μας την είχε στημένη.

- Η διεύθυνση είναι Μιλτιάδους 24. Σας περιμένουμε. Έκλεισε το

τηλέφωνο και γύρισε προς το μέρος μου.

- Κοιτάξτε να σώσετε να γυναικόπαιδα και αφήστε με εμένα

πίσω. Τι χάσκεις καλή μου; Φόρεσε κάτι κόκκινο και πρόσεχε να μην ξεβάψεις στους καναπέδες. Θα μαζέψω τα αποφάγια, ξέρω πού είναι τα κρασιά, άσε πάνω μου την υποδοχή.

Την ώρα που άλλαζα, χτύπησε το κουδούνι.

- Ανοίγω εγώ, είπε ο Χρήστος και κατευθύνθηκε στην πόρτα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: