Πέμπτη, Ιουλίου 30, 2009

Είσαι σίγουρη; -Πάντα....

Μέρες και νύχτες γυρνώ. Σαν ένα μαύρο πιάνο μόνο με ουρά που παίζει μόνο αυτοσχεδιασμούς, χωρίς ειρμό. Πειραματισμούς μέχρι να ταιριάξουν οι νότες, να ¨χουν νόημα οι σιωπές. Αυτό το μαύρο πιάνο το ξέρω καλά, χρόνια τώρα ταξιδεύουμε μέσα στο χρόνο, ανάμεσα στους ανθρώπους. Δεν ξέρω αν η μουσική χρειάζεται δικαιολογίες, ανθρώπους, χρώματα ή σκοπό.
Μη με ρωτάς αραχνούλα. Μην την ρωτάς την μουσική και συγχώρα με που δεν έμαθα τίποτε άλλο παρά μόνο την δική μου μουσική. Άπλωσε τα ποδαράκια σου και έλα να σου πω τις ιστορίες μου. Το ξέρεις πως δεν έχω επιλογή. Όσο και αν κρύβομαι, όσο και αν σωπαίνω έρχονται εκείνες και με βρίσκουν.
Πέρασε ο καιρός των ανθρώπων, πέρασα και εγώ μα δεν στάθηκα. Στιγμές μόνο. Στιγμές φωτιά να ¨χω να παίζω, να καίγομαι, να κλαίω, να γελώ και με ένα πιάνο να ξεκινώ από την αρχή για νέα ταξίδια.
Προσπαθώ να σου εξηγήσω, να καταλάβεις, να δεις μέσα από τα μάτια μου, να ακούσεις μέσα από τη μουσική. Μα δεν με νοιάζει να καταλάβεις. Αέρας είμαι και χάνομαι. Άμμος και σκορπίζομαι. Ελεύθερη πίσω από χιλιάδες φυλακές που χτίζω νύχτες και μέρες, χρόνια τώρα. Μου λες να ζήσω και εγώ σου λέω ιστορίες. Σε κλέβω στην ανταλλαγή, μα δεν σε νοιάζει. Συνομωτούμε σαν μικρά παιδιά με μουτζουρωμένες φατσούλες γεμάτες σοκολάτα. Μυστικό…. Σςςςς…. Όλες οι ιστορίες μου μυστικά κλεμμένα είναι.
Μη μ¨αγγίζεις. Μη μου λες να σταθώ. Να μείνω. Μόνο ο χρόνος μπορεί και δεν το αποφάσισε ακόμα… θα δεις πως έχω δίκιο. Ποια τράπουλα σημαδεμένη να μοιράσω, ποιο καφέ να κεντήσω στο φλυτζάνι να πειστείς;


΅΅Χους ειν και εις χουν εισελθείν΅΅ εκτός από μια ανάσα και αυτή η ανάσα είναι που με βγάζει πάντα στο ταξίδι.



………………

΅΅η ευτυχία είναι δρόμος… μέσα στη νύχτα. Με βήματα προσεκτικά ανάμεσα στις σιωπές, με δρασκελιές ανοιχτές ανάμεσα στα βλέμματα των ανθρώπων. Σήκωσα το βλέμμα μου ψηλά. Σκοτεινός ουρανός, χωρίς δρόμο, δίχως φυγή. Κοίταξα πίσω μου και μετά ξανά μπροστά. Τα φώτα τις νύχτας, τα όνειρα και εφιάλτες των ανθρώπων. Προχώρησα μέχρι την άκρη. Τόσο απόμακρη από την φασαρία και όμως τόσο κοντά. Έστρεψα το βλέμμα μου κάτω. Κόσμος μπαινόβγαινε στο νοσοκομείο. Και άλλοι στοιβαγμένοι στην άκρη. Έσκυψα να δω καλύτερα. Δημοσιογράφοι μάλλον ψάχνανε την είδηση. Είχαμε γίνει είδηση και εγώ κρυβόμουν εδώ στο σκοτάδι.
Το χέρι μου με επανέφερε αμέσως. Μου το είχε σπάσει… ξανά…. Προσπάθησα να το στερεώσω κάπου που να μην πονά. Μάταιος κόπος. Κοίταξα πέρα εκεί που τα φώτα ξεθώριαζαν και είδα ένα αεροπλάνο να χάνεται μέσα στη νύχτα. Άπλωσα το χέρι μου και εκείνη την ώρα ένοιωσα κάποιον να με αρπάζει και με ρίχνει στο έδαφος. Το χέρι μου… και τα μάτια μου γέμισαν δάκρυα από τον πόνο.
Κάποιος μιλούσε γαλλικά. Τα σιχάθηκα τα γαλλικά τόσες μέρες. Δεν θέλω πια να καταλαβαίνω… Αφήστε με…. Χέρια άρχισαν να με ψάχνουν. Άρχισα να κάνω εμετό πάλι. Με γύρισαν στο πλάι και κάποιος μου κρατούσε το κεφάλι. Ένα βουητό. Όπως όταν έκανα την μαγνητική. Το κεφάλι σταθερό, ακίνητη και ένα μπουμπουμπου να σε τραντάζει. Εικόνες.. και άλλες εικόνες… και άλλες εξετάσεις… και άλλες μαγνητικές. Μα τίποτε δεν έρχεται στο δρόμο μας με άδεια χέρια. Για το κομμάτι που έχανα μέρα με την μέρα, ένα άλλο ξεκίνησε να δουλεύει. Το δώρο του θανάτου που κυοφορούσε ο εγκέφαλος μου. Δεν τα πήγαινα ποτέ καλά με τις ταμπέλες… Δεν με ένοιαξε να του βάλω όνομα, μόνο να ταξιδέψω στις ψυχές των ανθρώπων και αν μου αφήνονταν να τις ταξιδέψω και εκείνες μέσα στο χρόνο, εκεί που η αλήθεια είχε σάρκα και οστά μα προπάντων ανάσα… μέσα στο κεφάλι μου… μέχρι ο όγκος να κουραστεί και να λιποταχτήσει. Είχα αγκαλιάσει το θάνατο και ξεκίνησα το ταξίδι στο Παρίσι. Χρόνια τώρα περίμενα μια δικαιολογία και την είχα. Λίγο σαρκαστικός ο τρόπος που μου δόθηκε αλλά ποτέ δεν πρόσεχα ιδιαίτερα στο τι ζητούσα.
Μου ήταν αδύνατον να καταλάβω τι έλεγαν. Έλεγαν, έλεγαν μέχρι που οι φωνές τους έγιναν αεροπλάνο που σηκώνεται, μαγνητική που σβήνει τα πάντα. Όταν ξύπνησα ήμουν πίσω στο κρεβάτι μου. Είχε ξημερώσει. Αυτός ο πλανήτης δεν θα μάθει ποτέ. Ό,τι και αν κάνουμε… παντού… πάντα… κάπου θα ξημερώνει.
Στο χέρι μου πάλι ορός και ένας νάρθηκας. Πήγα να βγάλω τον ορό και μου έπιασε το χέρι.
Γιατί δεν του το είπες;
Ποιο;
Πότε περίμενες να του το πεις;
Δεν έχω τίποτα να του πω. Θα έφευγα μετά την συναυλία. Απορώ που δεν στο είχε πει. Νόμιζα ότι είχες ήδη τα εισιτήρια για το αεροπλάνο.
Τα έχω. Μα η μέρα πέρασε
Θα έφευγες αλήθεια;
Ναι
Χωρίς να του πεις για το μωρό;
Ποιο μωρό;
Οι γιατροί είπαν ότι είσαι έγκυος. Δεν το ήξερες;
Σκέφτηκα το αεροπλάνο που έφευγε μέσα στη νύχτα. Έπρεπε να φύγω. Το συντομότερο…
Θέλω να φύγω. Σε παρακαλώ κάνε μου τα χαρτιά να φύγω.
Δεν μπορείς να φύγεις.
Μπορώ και θέλω να φύγω.
Προσπάθησα να σηκωθώ από το κρεβάτι.
Πρέπει να φύγω, επανέλαβα. Σε παρακαλώ κάνε μου τα χαρτιά και φέρε μου το διαβατήριο. Θα υπογράψω ότι χρειάζεται. Δεν μπορώ να μείνω άλλο εδώ.
Δεν θα του το πεις;
Όχι
Έχει δικαίωμα να ξέρει.
Αυτό νομίζεις; Να ξέρει τι; Ότι είμαι έγκυος; Ότι έχω καρκίνο στο κεφάλι μου και για αυτό γίνονταν όλα αυτά τα τρελά που σου έλεγε; Που νομίζει ότι ευθύνομαι που τον πυροβόλησαν; Πρέπει να σας πω ότι δεν έχω καμία σχέση; Απλά το ήξερα και προσπάθησαν να τον πείσω να αναβάλει την συναυλία. Αλλά δεν γίνεται να ξεφύγεις από αυτό που έρχεται για σένα…
Είσαι σίγουρη πως θες να φύγεις;
Πιο σίγουρη από οτιδήποτε. Όπως και ότι δεν θέλω να του πεις τίποτε. Άφησέ τον να νομίζει ότι θέλει. Δεν με ενδιαφέρει. Πρέπει να γυρίσω σπίτι μου. Ο χρόνος μου τελειώνει.
Και με το παιδί τι θα γίνει;
Τίποτα… Ο χρόνος του τελειώνει μαζί μου. Για αυτό σου λέω μην του πεις τίποτα. Δεν αξίζει τον κόπο. Μόνο βοήθησέ με να φύγω. Πριν τα πράγματα γίνουν χειρότερα εκεί έξω. Σε παρακαλώ…
Πήγε στο παράθυρο. Απέφευγε το βλέμμα μου.
Εκείνος; Δεν σε νοιάζει πώς είναι; Αν σε θέλει κοντά του;
Γι¨αυτό ήρθα στο δωμάτιό του. Για να τον δω και να δω πώς θα πάει. Ο χρόνος στο κεφάλι μου τώρα παίζει παράξενα παιχνίδια. Ξέρω ότι θα πάει καλά, ότι έχει πολύ θυμό μέσα του, ότι θα γράψει τραγούδια, ότι θα γυρίσει στους δικούς του ανθρώπους… Απλά ξέρω… και μου αρκεί. Και το ξέρω ότι με πιστεύεις πως όσα σου λέω είναι αλήθεια και για αυτό θα μου φτιάξεις τα χαρτιά, χωρίς να του πεις λέξη. Για το καλό του. Γιατί νοιάζεσαι για αυτόν πραγματικά. Φέρε μου τα χαρτιά. Σήμερα. Η αστυνομία θα ¨ρθει σήμερα και θα με απαλλάξει από τις κατηγορίες και θα μπορώ να φύγω.
Σήμερα;
Ναι.
Αν έρθουν σήμερα και πουν όσα λες εγώ θα σου τα φέρω.
Το υπόσχεσαι;
Εκείνη την ώρα χτύπησε η πόρτα και κάποιοι μπήκαν μέσα. Η αστυνομία. Ο δράστης είχε ομολογήσει την πράξη του και είχαν πειστεί ότι δεν είχα καμία εμπλοκή σε αυτό. Ότι ήταν απλά μια σύμπτωση. Με ρώτησαν αν ήθελα να κάνω μηνύσεις. Αρνήθηκα και τους ζήτησα να φύγουν.
Λοιπόν; Θα μου τα φέρεις τα χαρτιά;
Θα στα φέρω είπε νευριασμένος και βγήκε έξω από το δωμάτιο.
Δεν είχα παρά να περιμένω. Μετά από λίγη ώρα ήρθε μια νοσοκόμα. Της είπα ότι ήθελα να φύγω και να μου φέρει τα χαρτιά να υπογράψω. ¨Ήρθαν γιατροί να με μεταπείσουν. Υπέγραψα τα χαρτιά και περίμενα στο παράθυρο κοιτάζοντας τους δημοσιογράφους και τους θαυμαστές που περίμεναν στην βροχή.
(‘ Μ¨ αγαπάς;
Έχει σημασία;
Μόνο όταν βρέχει.
Γιατί;
Γιατί όταν έχει ήλιο είμαι σίγουρος, όταν βρέχει νομίζω πως φεύγεις, πως χάνεσαι και δεν θα σε βρω ξανά και τότε φοβάμαι… Μ¨ έμαθες να φοβάμαι τη βροχή δίχως να ξέρω γιατί…. )
Είσαι έτοιμη;
Είχε έρθει, με την τσάντα με τα πράγματά μου και το διαβατήριο στο χέρι. Το εισιτήριο μας περιμένει στο αεροδρόμιο.
Περίμενέ με να αλλάξω και φύγαμε.
Τα υπόλοιπα τα κανόνισα εγώ με το νοσοκομείο.
Το ξέρω. Ευχαριστώ.
Με βοήθησε να ντυθώ, έκρυψα το χέρι κάτω από μια εσάρπα και βγήκαμε έξω. Βγήκαμε από την πίσω πόρτα που μας περίμενε το αυτοκίνητο. Μπήκαμε και χαθήκαμε προς το αεροδρόμιο.
Είσαι σίγουρη;
Πάντα…

Δευτέρα, Ιουλίου 27, 2009

Skase

kai trexa

Δευτέρα, Ιουλίου 20, 2009

Ιστορία ενός πιάνου bII



Βρέχει. Παράξενο αλλά όσο συνεχίζει να βρέχει θα βρίσκω πάντα τον τρόπο να γυρίζω πίσω… Χαράσσω τα βήματά μου ανάμεσα σε διάφανες σταγόνες, διάφανους ανθρώπους, αόρατες φωνές και προχωρώ. Ο χρόνος… μια ψευδαίσθηση στο κορμί, η μνήμη ένα άγγιγμα φευγαλέο. Μη μ’ αγγίζεις αν δεν με γνωρίζεις, μη στέκεσαι αν δεν στέκεται μαζί σου ο χρόνος.

Βρέχει. Ίσως και να μην έχει τόση σημασία. Με ενοχλεί το φως… και αυτός ο ήχος που ακούω. Κοιτάζω έξω από το παράθυρο. Σκοτάδι και τεθλασμένο φως. Σηκώνομαι. Κάτι με τραβά πίσω. Κοιτάζω το χέρι μου με έναν ορό. Είναι απίστευτος ο σαρκασμός που κυοφορούν οι στιγμές μας. Βγάζω τον ορό και πηγαίνω στο παράθυρο. Η βροχή. Η αλήθεια. Ο χρόνος. Οι σκιές που προσπερνούν. Κλείνω τα μάτια. Μια εικόνα. Ο δρόμος…. Κατευθύνομαι προς την πόρτα. Ακούω βήματα. Μετράω. Ο χρόνος είναι μουσική αν ξέρεις να ακούς. Ανοίγω την πόρτα. Με τα χέρια να μετράς τον χρόνο. Ισχυρό, ασθενές, ασθενές. Πηγαίνω αριστερά. Ο οπλισμός στην αρχή. Προσπερνάω τις πόρτες μέχρι να βρω τη σωστή. Τυχαία σημεία αλλοιώσεως. Την ανοίγω. Πάντα ξεχνούσα τα τυχαία σημεία αλλοιώσεως. Βγαίνω στην σκάλα. Ελάσσονες. Ανεβαίνω τις σκάλες. Μετατροπίες. Φτάνω στον όροφο δίχως να με καταλάβει κανείς. Τονική, Επιτονική, Μέση, Υποδεσπόζουσα, Δεσπόζουσα, Επιδεσπόζουσα, Προσαγωγέας. Μετράω. I, IV, V. Ανοίγω την πόρτα και κατευθύνομαι προς εκείνον. Η αρμονία έχει τους δικούς της κανόνες για να μετατρέπει το μείζον σε ελλάσων. Περνώ τις πόρτες με γρήγορο βηματισμό. Αυξημένες, ελαττωμένες, διάφωνες συγχορδίες, μελωδίες, ζωές. Ανοίγω την πόρτα και στέκεται μπροστά μου, ξαπλωμένος στο κρεβάτι. Αντίστιξη. Χέρια μ’ αρπάζουν και με στριφογυρίζουν, με κολλούν στον τοίχο. Κλείνω τα μάτια και ακούω την φωνή του.

- Πώς ήρθε εδώ; Φύγε!

Οι άντρες χαλαρώνουν το σφίξιμο και οπισθοχωρούν. Νοιώθω ένα κάψιμο.

Πλησιάζω στο κρεβάτι του. Του απλώνω το χέρι καθώς εκείνος συνεχίζει να φωνάζει.

- Φύγε! Το ‘χες σχεδιάσει αυτό, έτσι δεν είναι; Αλλά προφανώς δεν περίμενες ότι θα καταλήξεις και εσύ εδώ. Φρόντισα όμως να μην πειράξεις κανέναν άλλον…. Για πολύ καιρό.

Δεν μπόρεσα να κρατηθώ και ξέσπασα σε γέλια. Αυτό τον εξαγρίωσε περισσότερο και με άρπαξε από το χέρι.

- Πόσα ψέματα ακόμα; Πόσα;;;;

Τα πόδια μου λύγισαν από τον πόνο. Κοίταξα το χέρι μου και συνειδητοποίησα ότι ένα σίδερο εξείχε. Αυτό το σίδηρο είχε πιάσει και προσπαθούσε να το στριφογυρίσει με όλη του τη δύναμη. Ένοιωσα ένα κρακ. Η βροχή. Είναι ώρα να γυρίσω σπίτι. Γονάτισα.

- Μια στιγμή. Ό,τι είναι αληθινό, ό,τι αξίζει, δεν κρατά παρά μόνο μια

στιγμή. Σαν τον έρωτα.

Με χτύπησε και σωριάστηκα στο πάτωμα. Το χέρι με πονούσε φρικτά. Με

σήκωσαν από το πάτωμα και με έβγαλαν έξω από το δωμάτιο. Έπρεπε να φύγω από το νοσοκομείο. Με πήγαν στο δωμάτιό μου. Με κάθισαν στο κρεβάτι και έβγαλαν ένα έγγραφο. Άρχισαν να μιλούν ταχύτατα. Δεν καταλάβαινα λέξη αλλά ήξερα τι ήθελαν. Σε λίγο μπήκε μέσα ένας γιατρός με τα δικά του χαρτιά. Άρχισε να λέει τα δικά του. Ο πόνος παραμόρφωνε τις λέξεις στο κεφάλι μου. Μου έδωσαν κάποια χαρτιά να υπογράψω. Υπέγραψα με μια μουτζούρα. Μίλησαν μεταξύ τους. Διαφωνούσαν. Η πόρτα χτύπησε. Ο βοηθός του μπήκε μέσα.

Έκλεισα τα μάτια. Χρειαζόμουν έναν δρόμο ακόμα. Οι φωνές άρχισαν να ξεθωριάζουν. Βγήκα έξω από την πόρτα, στη σκάλα, στον ουρανό, στην ελευθερία. Δεν υπάρχει πόνος, δεν υπάρχει στιγμή ούτε ονόματα. Μόνο φως…. Και ατέλειωτη βροχή.

Ο βοηθός με πλησίασε. Σχεδόν με συμπαθούσε. Άνοιξε το κινητό του και άρχισε να δίνει εντολές. Το ίδιο και οι υπόλοιποι. Ξαφνικά ένα φλας άρχισε να αναβοσβήνει, ένα μαγνητόφωνο όρμησε στον αιφνιδιασμένο βοηθό βομβαρδίζοντάς τον με ερωτήσεις. Δημοσιογράφοι… Οι αστυνομικοί απομάκρυναν τις δημοσιογράφους ενώ ο βοηθός εξαφανίστηκε. Ανάσα. Βαθιά. Σηκώθηκα. Βγήκα από το δωμάτιο και εξαφανίστηκα στην σκάλα. Το κεφάλι μου πήγαινε να σπάσει. Προσπαθούσα να κρατήσω στη θέση του το σπασμένο χέρι με το σίδηρο και να ανέβω τα σκαλιά. Η λύση του προσαγωγέα. Η λύση… Την ίδια μελωδία κουβαλάμε όλοι. Απλά μερικοί έχουν καλύτερη τεχνική. Αρμονία, αντίστιξη, φούγκα…. Φυγή. Οι φωνές που σωπαίνουν.

Βγήκα στην ταράτσα. Σημαδεμένο χαρτί. Καμένο χαρτί. Βροχή. Κοίταξα τον ουρανό. Σκοτεινός. Άφησα το χέρι μου να κρέμεται και προχώρησα. Μέχρι την άκρη της ταράτσας, το τέλος του μέτρου. Το κεφάλι μου. Ένας μετρονόμος στ’ αυτιά μου. Piano…. Forte…. Έκθεση, αντέκθεση, ανάπτυξη, επανέκθεση. Εκείνη η ναυτία. Ο εμετός σαν ρουκέτα εκτοξεύεται παντού. Τα πόδια μου λυγίζουν και πέφτω προσπαθώντας να στηριχτώ στο χέρι. Ένα ουρλιαχτό. Codetta. Δεν αρμόζουν τα Da Capo στη ρωγμή του χρόνου. Dux, comes, comes….. Οδηγός, ακόλουθος, ακόλουθος… Πόσοι υπότιτλοι χωρούν στο αυτονόητο;